- φιλομυθία
- ἡ, Α [φιλόμυθος]αρέσκεια στις μυθικές διηγήσεις.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φιλόμυθος — ον, ΜΑ αυτός που τού αρέσουν οι μυθικές διηγήσεις αρχ. 1. φλύαρος 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλόμυθον η φιλομυθία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + μῦθος] … Dictionary of Greek
φιλομυθίαν — φιλομῡθίᾱν , φιλομυθία love of legends fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)